The Bible

 

Amos 8

Study

   

1 Ουτως εδειξεν εις εμε Κυριος ο Θεος· και ιδου, κανιστρον καρπου θερινου.

2 Και ειπε, Τι βλεπεις συ, Αμως; Και ειπα, Κανιστρον καρπου θερινου. Τοτε ειπε Κυριος προς εμε, Ηλθε το τελος επι τον λαον μου Ισραηλ· δεν θελω πλεον παρατρεξει αυτον του λοιπου.

3 Και τα ασματα του ναου θελουσιν εισθαι ολολυγμοι εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος ο Θεος· πολλα πτωματα θελουσιν εισθαι εν παντι τοπω· θελουσιν εκριψει αυτα εν σιωπη.

4 Ακουσατε τουτο, οι ροφουντες τους πενητας και οι αφανιζοντες τους πτωχους του τοπου,

5 λεγοντες, Ποτε θελει παρελθει ο μην, δια να πωλησωμεν γεννηματα; και το σαββατον, δια να ανοιξωμεν σιτον, σμικρυνοντες το εφα και μεγαλυνοντες τον σικλον και νοθευοντες τα ζυγια της απατης;

6 δια να αγορασωμεν τους πτωχους με αργυριον και τον πενητα δια ζευγος υποδηματων, και να πωλησωμεν τα σκυβαλα του σιτου;

7 Ο Κυριος ωμοσεν εις την δοξαν του Ιακωβ, λεγων, Βεβαιως δεν θελω λησμονησει ποτε ουδεν εκ των εργων αυτων.

8 Η γη δεν θελει ταραχθη δια τουτο και πενθησει πας ο κατοικων εν αυτη; και δεν θελει υπερεκχειλισει ολη ως ποταμος και δεν θελει απορριφθη και καταποντισθη ως υπο του ποταμου της Αιγυπτου;

9 Και εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος ο Θεος, θελω καμει τον ηλιον να δυση εν καιρω μεσημβριας και θελω συσκοτασει την γην εν φωτεινη ημερα.

10 Και θελω μεταστρεψει τας εορτας σας εις πενθος και παντα τα ασματα σας εις θρηνον, και θελω αναβιβασει σακκον επι πασαν οσφυν και φαλακρωμα επι πασαν κεφαλην, και θελω καταστησει αυτον ως τον πενθουντα υιον μονογενη και το τελος αυτου θελει εισθαι ως ημερα πικριας.

11 Ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος ο Θεος, και θελω εξαποστειλει πειναν επι την γην· ουχι πειναν αρτου ουδε διψαν υδατος, αλλ' ακροασεως των λογων του Κυριου.

12 Και θελουσι περιπλανασθαι απο θαλασσης εως θαλασσης, και απο βορρα εως ανατολης θελουσι περιτρεχει, ζητουντες τον λογον του Κυριου, και δεν θελουσιν ευρει.

13 Εν τη ημερα εκεινη θελουσι λιποθυμησει αι ωραιαι παρθενοι και οι νεανισκοι υπο διψης,

14 οι ομνυοντες εις την αμαρτιαν της Σαμαρειας και οι λεγοντες, Ζη ο Θεος σου, Δαν, και, Ζη η οδος της Βηρσαβεε, και θελουσι πεσει και δεν θελουσι σηκωθη πλεον.

   

From Swedenborg's Works

 

True Christian Religion #62

Study this Passage

  
/ 853  
  

62. It must be understood that there is a difference between perceiving opposites and contrasts. Opposites are outside and contrary to what is inside. An opposite comes about when one thing totally ceases to exist, and another arises which acts in the contrary direction to the former, like one wheel rotating in the contrary direction to another, or two streams flowing in opposite directions. Contrasts, however, are concerned with the arrangement of numerous and complex elements into such an order that they agree and harmonise, such as precious stones of different colours in a sash worn on a queen's breast, or flowers of various colours arranged in a garland to make a pretty sight. Contrasts therefore exist in both opposites, in both good and evil, and truth and falsity, heaven as well as hell. But the things that are contrasting in hell are all the opposites of those in heaven. Now since God perceives and sees and thus knows everything contrasting in heaven as a result of the order in which He is present, and also as a result perceives, sees and knows all the opposite contrasts in hell, as follows from what was said above, it is plain that God is omniscient in hell just as He is in heaven, and equally among men on earth. Thus God perceives, sees and knows men's evils and falsities by the good and truth in which He Himself is, and which in their essence are God. For He says:

If I go up into the heavens, there you are; if I cast myself down in hell, behold, you are there, Psalms 139:8.

and elsewhere:

If they dig down into hell, from there my hand will rescue them. Amos 9:2, 3.

  
/ 853  
  

Thanks to the Swedenborg Society for the permission to use this translation.

The Bible

 

Μιχά 3:11

Study

       

11 Οι αρχοντες αυτης κρινουσι με δωρα και οι ιερεις αυτης διδασκουσιν επι μισθω και οι προφηται αυτης μαντευουσιν επι αργυριω και επαναπαυονται επι τον Κυριον, λεγοντες, Δεν ειναι ο Κυριος εν μεσω ημων; κακον δεν θελει ελθει εφ' ημας.