圣经文本

 

Ιεζεκιήλ第45章:24

学习

       

24 Και θελει ετοιμαζει προσφοραν εξ αλφιτων ενος εφα δια τον μοσχον και ενος εφα δια τον κριον και ενος ι ελαιου εις το εφα.

圣经文本

 

Λευιτικόν第4章

学习

   

1 Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην, λεγων,

2 Λαλησον προς τους υιους Ισραηλ, λεγων, Εαν ψυχη τις αμαρτηση εξ αγνοιας και εκ των οσα ειναι προστεταγμενον υπο του Κυριου να μη πραττωνται πραξη τι εξ αυτων·

3 εαν μεν ο ιερευς ο κεχρισμενος αμαρτηση ωστε να ενοχοποιηση τον λαον, τοτε θελει φερει, δια την αμαρτιαν αυτου την οποιαν ημαρτησε, μοσχον βοος αμωμον προς τον Κυριον δια προσφοραν περι αμαρτιας.

4 Και θελει φερει τον μοσχον εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου ενωπιον του Κυριου· και θελει επιθεσει την χειρα αυτου επι την κεφαλην του μοσχου, και θελουσι σφαξει τον μοσχον ενωπιον του Κυριου.

5 Και θελει λαβει ο ιερευς ο κεχρισμενος απο του αιματος του μοσχου και φερει αυτο εις την σκηνην του μαρτυριου·

6 και θελει εμβαψει ο ιερευς τον δακτυλον αυτου εις το αιμα και θελει ραντισει απο του αιματος επτακις ενωπιον του Κυριου, εμπροσθεν του καταπετασματος του αγιαστηριου.

7 Και θελει βαλει ο ιερευς απο του αιματος επι τα κερατα του θυσιαστηριου του ευωδους θυμιαματος, το οποιον ειναι ενωπιον του Κυριου εν τη σκηνη του μαρτυριου· και θελει χυσει παν το αιμα του μοσχου εις την βασιν του θυσιαστηριου του ολοκαυτωματος, το οποιον ειναι εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου.

8 Και απαν το στεαρ του μοσχου της περι αμαρτιας προσφορας θελει αφαιρεσει απ' αυτου· το στεαρ το περικαλυπτον τα εντοσθια, και απαν το στεαρ το επι των εντοσθιων·

9 και τους δυο νεφρους και το στεαρ το επ' αυτων το προς τα πλευρα, και τον επανω λοβον του ηπατος, τον οποιον μετα των νεφρων θελει αφαιρεσει,

10 καθ' ον τροπον αφαιρειται απο του μοσχου της θυσιας της ειρηνικης· και θελει καυσει αυτα ο ιερευς επι του θυσιαστηριου του ολοκαυτωματος·

11 και το δερμα του μοσχου και παν το κρεας αυτου μετα της κεφαλης αυτου και μετα των ποδων αυτου και τα εντοσθια αυτου και την κοπρον αυτου·

12 και θελει φερει ολον τον μοσχον εξω του στρατοπεδου εις τοπον καθαρον, οπου χυνεται η στακτη, και θελει καυσει αυτον επι ξυλων δια πυρος· οπου χυνεται η στακτη, θελει καυθη.

13 Εαν δε πασα η συναγωγη του Ισραηλ αμαρτηση εξ αγνοιας και το πραγμα κρυφθη απο των οφθαλμων της συναγωγης και εκ των οσα ειναι προστεταγμενον υπο του Κυριου να μη πραττωνται, πραξωσι και ηναι ενοχοι·

14 οταν γνωρισθη η αμαρτια την οποιαν ημαρτησαν κατα τουτο, τοτε θελει προσφερει η συναγωγη μοσχον εκ βοων δια την αμαρτιαν και θελει φερει αυτον εμπροσθεν της σκηνης του μαρτυριου.

15 Και οι πρεσβυτεροι της συναγωγης θελουσιν επιθεσει τας χειρας αυτων επι την κεφαλην του μοσχου ενωπιον του Κυριου· και θελουσι σφαξει τον μοσχον ενωπιον του Κυριου.

16 Και ο ιερευς ο κεχρισμενος θελει φερει απο του αιματος του μοσχον εις την σκηνην του μαρτυριου·

17 και θελει εμβαψει ο ιερευς τον δακτυλον αυτου εις το αιμα και θελει ραντισει επτακις ενωπιον του Κυριου εμπροσθεν του καταπετασματος·

18 και θελει βαλει απο του αιματος επι τα κερατα του θυσιαστηριου, του ενωπιον του Κυριου, το οποιον ειναι εν τη σκηνη του μαρτυριου· και θελει χυσει παν το αιμα εις την βασιν του θυσιαστηριου του ολοκαυτωματος, το οποιον ειναι εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου.

19 Και παν το στεαρ αυτου θελει αφαιρεσει απ' αυτου και καυσει επι του θυσιαστηριου.

20 Και θελει καμει εις τον μοσχον καθ' ον τροπον εκαμεν εις τον μοσχον της περι αμαρτιας προσφορας· ουτω θελει καμει εις αυτον· και θελει καμει εξιλεωσιν υπερ αυτων ο ιερευς και θελει συγχωρηθη εις αυτους.

21 Και θελει εκβαλει τον μοσχον εξω του στρατοπεδου και καυσει αυτον, καθως εκαυσε τον πρωτον μοσχον· ειναι προσφορα περι αμαρτιας υπερ της συναγωγης·

22 Οταν δε αρχων τις αμαρτηση και πραξη εξ αγνοιας τι εκ των οσα ειναι προστεταγμενον υπο Κυριου του Θεου αυτου να μη πραττωνται, και ηναι ενοχος·

23 η εαν η αμαρτια αυτου, την οποιαν ημαρτησε, γνωστοποιηθη εις αυτον, τοτε θελει φερει την προσφοραν αυτου, τραγον εξ αιγων, αρσενικον αμωμον.

24 και θελει επιθεσει την χειρα αυτου επι την κεφαλην του τραγου, και θελουσι σφαξει αυτο εν τω τοπω οπου σφαζουσι το ολοκαυτωμα ενωπιον του Κυριου· ειναι προσφορα περι αμαρτιας.

25 Και θελει λαβει ο ιερευς απο του αιματος της περι αμαρτιας προσφορας δια του δακτυλου αυτου, και βαλει επι τα κερατα του θυσιαστηριου του ολοκαυτωματος και θελει χυσει το αιμα αυτου εις την βασιν του θυσιαστηριου του ολοκαυτωματος.

26 Και απαν το στεαρ αυτου θελει καυσει επι του θυσιαστηριου, ως το στεαρ της θυσιας της ειρηνικης προσφορας· και θελει καμει εξιλεωσιν υπερ αυτου ο ιερευς περι της αμαρτιας αυτου, και θελει συγχωρηθη εις αυτον.

27 Εαν δε ψυχη τις εκ του λαου της γης αμαρτηση εξ αγνοιας, πραττων τι εκ των οσα ειναι προστεταγμενον υπο του Κυριου να μη πραττωνται, και ηναι ενοχος.

28 η εαν γνωστοποιηθη εις αυτον η αμαρτια αυτου την οποιαν ημαρτησε· τοτε θελει φερει την προσφοραν αυτου, τραγον εξ αιγων, θηλυκον αμωμον, δια την αμαρτιαν αυτου την οποιαν ημαρτησε·

29 και θελει επιθεσει την χειρα αυτου επι την κεφαλην της περι αμαρτιας προσφορας, και θελουσι σφαξει την περι αμαρτιας προσφοραν εν τω τοπω του ολοκαυτωματος.

30 Και θελει λαβει ο ιερευς δια του δακτυλου αυτου απο του αιματος αυτου, και βαλει επι τα κερατα του θυσιαστηριου του ολοκαυτωματος και παν το αιμα αυτου θελει χυσει εις την βασιν του θυσιαστηριου·

31 και παν το στεαρ αυτου θελει αφαιρεσει, καθως αφαιρειται το στεαρ απο της θυσιας της ειρηνικης προσφορας· και θελει καυσει αυτο ο ιερευς επι του θυσιαστηριου εις οσμην ευωδιας προς τον Κυριον· και θελει καμει εξιλεωσιν υπερ αυτου ο ιερευς, και θελει συγχωρηθη εις αυτον.

32 Εαν δε φερη προβατον δια προσφοραν αυτου περι αμαρτιας, θελει φερει αυτο θηλυκον αμωμον·

33 και θελει επιθεσει την χειρα αυτου επι την κεφαλην της περι αμαρτιας προσφορας, και θελουσι σφαξει αυτο δια προσφοραν περι αμαρτιας, εν τω τοπω οπου σφαζουσι το ολοκαυτωμα.

34 Και θελει λαβει ο ιερευς απο του αιματος της περι αμαρτιας προσφορας δια του δακτυλου αυτου και βαλει επι τα κερατα του θυσιαστηριου του ολοκαυτωματος και απαν το αιμα αυτου θελει χυσει εις την βασιν του θυσιαστηριου·

35 και θελει αφαιρεσει παν το στεαρ αυτου, καθως αφαιρειται το στεαρ του προβατου απο της θυσιας της ειρηνικης προσφορας· και θελει καυσει αυτα ο ιερευς επι του θυσιαστηριου κατα τας προσφορας τας γινομενας δια πυρος εις τον Κυριον· και θελει καμει ο ιερευς εξιλεωσιν περι της αμαρτιας αυτου την οποιαν ημαρτησε, και θελει συγχωρηθη εις αυτον.

   

来自斯威登堡的著作

 

Arcana Coelestia#1238

学习本章节

  
/10837  
  

1238. As for Eber meaning a nation as well, whose father was thus named Eber, the position is this: Those named so far were nations with whom the Ancient Church existed. All of them were called sons of Shem, Ham, Japheth, or Canaan, because 'Shem, Ham, Japheth, and Canaan' meant differing types of worship in the Church. Noah, Shem, Ham, Japheth, and Canaan never were actual people, but because the Ancient Church in particular was such, and every Church in general is such, that it includes a true internal, a corrupted internal, a true external, and a corrupted external, these names were therefore adopted so that all differences in general could be related to those characters and their sons as to their heads. The nations named here also at first possessed such worship, for which reason they are called the sons of one of Noah's sons, and also such forms of worship themselves are meant by the names of these nations in the Word.

[2] This first Ancient Church meant by Noah and his sons was not confined to a few people but was spread throughout many kingdoms, as is clear from the nations mentioned - throughout Assyria, Mesopotamia, Syria, Ethiopia, Arabia, Libya, Egypt, Philistia up to Tyre and Sidon, and throughout the whole of the land of Canaan, on this side of the Jordan and on the other side. Subsequently however a certain type of external worship started in Syria which spread far and wide from there and through many countries, particularly Canaan. It was a different form of worship from the worship of the Ancient Church. And because something of a Church arose in this way that was separate from the Ancient Church, a new Church so to speak rose up from it which may therefore be called the second Ancient Church. Eber was its first founder, and therefore this Church took its name from Eber. As stated already, everybody at that time was distinguished into separate houses, families, and nations. One nation recognized one father from whom it also took its name, as is clear throughout the Word, the nation which recognized Eber as its father thus being called the Hebrew nation.

  
/10837  
  

Thanks to the Swedenborg Society for the permission to use this translation.