ბიბლია

 

Γένεση 8

Სწავლა

   

1 Και ενεθυμηθη ο Θεος τον Νωε, και παντα τα ζωα, και παντα τα κτηνη, τα μετ' αυτου εν τη κιβωτω· και διεβιβασεν ο Θεος ανεμον επι την γην, και τα υδατα εσταθησαν.

2 Και εκλεισθησαν αι πηγαι της αβυσσου, και οι καταρρακται του ουρανου, και εκρατηθη ο υετος απο των ουρανων.

3 Και εσυροντο τα υδατα απο της γης κατα συνεχειαν· και ωλιγοστευον τα υδατα μετα τας εκατον πεντηκοντα ημερας.

4 Και εκαθισεν η κιβωτος την δεκατην εβδομην του εβδομου μηνος επι των ορεων Αραρατ.

5 Τα δε υδατα ωλιγοστευον κατα συνεχειαν εως του δεκατου μηνος· την πρωτην του δεκατου μηνος εφανησαν αι κορυφαι των ορεων.

6 Και μετα τεσσαρακοντα ημερας ηνοιξεν ο Νωε την θυριδα της κιβωτου, την οποιαν ειχε καμει·

7 και απεστειλε τον κορακα, οστις εξελθων υπηγαινε και ηρχετο, εωσου εξηρανθησαν τα υδατα απο της γης.

8 Και απεστειλε την περιστεραν κατοπιν αυτου, δια να ιδη αν επαυσαν τα υδατα απο προσωπου της γης·

9 και μη ευρισκουσα η περιστερα αναπαυσιν των ποδων αυτης, επεστρεψε προς αυτον εις την κιβωτον, διοτι τα υδατα ησαν επι του προσωπου πασης της γης· και εκτεινας την χειρα αυτου, επιασεν αυτην και εισηγαγεν αυτην προς εαυτον εις την κιβωτον.

10 Και ανεμεινεν ετι αλλας επτα ημερας, και παλιν απεστειλε την περιστεραν εκ της κιβωτου·

11 και επεστρεψε προς αυτον η περιστερα προς το εσπερας, και ιδου, ητο εν τω στοματι αυτης φυλλον ελαιας, απεσπασμενον· και εγνωρισεν ο Νωε οτι επαυσαν τα υδατα απο της γης.

12 Και ανεμεινεν ετι αλλας επτα ημερας, και απεστειλε την περιστεραν· και δεν επανεστρεψε πλεον προς αυτον.

13 Κατα δε το εξακοσιοστον πρωτον ετος του Νωε, την πρωτην του πρωτου μηνος, εξελιπον τα υδατα απο της γης· και εσηκωσεν ο Νωε την στεγην της κιβωτου, και ειδε, και ιδου, εξελιπε το υδωρ απο προσωπου της γης.

14 Και την εικοστην εβδομην ημεραν του δευτερου μηνος εξηρανθη η γη·

15 και ελαλησεν ο Θεος προς τον Νωε, λεγων,

16 Εξελθε εκ της κιβωτου, συ, και η γυνη σου, και οι υιοι σου, και αι γυναικες των υιων σου μετα σου·

17 παντα τα ζωα τα μετα σου, απο πασης σαρκος, και πτηνα και κτηνη και παν ερπετον ερπον επι της γης, εξαγαγε μετα σου, και ας πολυπλασιασθωσιν επι της γης, και ας αυξηνθωσι και ας πληθυνθωσιν επι της γης.

18 Και εξηλθεν ο Νωε, και οι υιοι αυτου, και η γυνη αυτου, και αι γυναικες των υιων αυτου μετ' αυτου·

19 παντα τα ζωα, παντα τα ερπετα και παντα τα πτηνα, παν ο, τι κινειται επι της γης, κατα τα ειδη αυτων, εξηλθον εκ της κιβωτου.

20 Και ωκοδομησεν ο Νωε θυσιαστηριον εις τον Κυριον· και ελαβεν απο παντος κτηνους καθαρου, και απο παντος πτηνου καθαρου, και προσεφερεν ολοκαυτωματα επι του θυσιαστηριου.

21 Και ωσφρανθη Κυριος οσμην ευωδιας· και ειπε Κυριος εν τη καρδια αυτου, Δεν θελω καταρασθη πλεον την γην εξ αιτιας του ανθρωπου· διοτι ο λογισμος της καρδιας του ανθρωπου ειναι κακος εκ νηπιοτητος αυτου· ουδε θελω παταξει πλεον παντα τα ζωντα, καθως εκαμον·

22 εν οσω μενει γη, σπορα και θερισμος, και ψυχος και καυμα, και θερος και χειμων, και ημερα και νυξ, δεν θελουσι παυσει.

   

სვედენბორგის ნაშრომებიდან

 

Arcana Coelestia # 739

შეისწავლეთ ეს პასაჟი.

  
/ 10837  
  

739. 'A flood of waters' means the onset of temptation. This is clear from the fact that the temptation dealt with here regards things of the understanding, which temptation, as has been stated, comes first and is mild. Consequently it is called 'a flood of waters' and not simply a flood, as in verse 17 below. For the primary meaning of 'waters' is man's spiritual things, matters of faith in the understanding, and also their opposites, which are falsities, as may be confirmed from so many places in the Word.

[2] That a flood of waters or a deluge means temptation is clear from what has been shown in the preliminary section of this chapter, 1 and also in Ezekiel,

Thus said the Lord Jehovah, I will make a stormy wind 2 break out in My wrath, and there will be a deluging rain in My anger, and hailstones in rage to consume it, so that I may break down the wall you daub with whitewash. Ezekiel 13:11, 13-14.

Here 'stormy wind 2 and 'deluging rain' stand for the desolation of falsity, 'a wall daubed with whitewash' for a fabrication which looks like the truth. In Isaiah,

Jehovah God is a shelter from the deluge, a shade from the heat, for the spirit of violent men is like a deluge against a wall. Isaiah 25:4.

Here 'deluge' stands for temptation as regards things of the understanding, which is quite different from temptation as regards things of the will, which is called 'heat'.

[3] In the same prophet,

Behold, the Lord has one who is mighty and strong, like a deluge of hail, a destroying tempest, like a deluge of mighty overflowing waters. Isaiah 28:2.

This describes degrees of temptation. In the same prophet, When you pass through the waters I will be with you; and through the rivers, they will not deluge you. When you go through fire you will not be burned, and the flame will not consume you. Isaiah 43:2.

Here 'waters' and 'rivers' stand for falsities and delusions,' fire' and 'flame' for evils and evil desires. In David,

Therefore everyone who is holy will pray to You at a time of discovering. In the deluge of many waters they will not reach him. You are a hiding-place for me, You will save me from distress. Psalms 32:6-7.

Here 'deluge of waters' stands for temptation, which is also called a flood in the same author,

Jehovah sits over the flood; and Jehovah sits as King for ever. Psalms 29:10.

These quotations and those given in the preliminary section of this chapter 1 show that a flood or deluge of waters means nothing other than temptations and vastations, even though according to the custom of the most ancient people the description is of historical events.

სქოლიოები:

1. i.e. in 705

2. literally, spirit or breath of storms

  
/ 10837  
  

Thanks to the Swedenborg Society for the permission to use this translation.