Bible

 

Μαλαχί 2

Studie

   

1 Και τωρα εις εσας γινεται η εντολη αυτη, ιερεις.

2 Εαν δεν ακουσητε και εαν δεν βαλητε τουτο εις την καρδιαν, δια να δωσητε δοξαν εις το ονομα μου, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, τοτε θελω εξαποστειλει την καταραν εφ' υμας και θελω επικαταρασθη τας ευλογιας σας· ναι, μαλιστα και κατηρασθην αυτας, διοτι δεν βαλλετε τουτο εις την καρδιαν σας.

3 Ιδου, εγω θελω απορριψει τα σπερματα σας και θελω σκορπισει κοπρον επι τα προσωπα σας, την κοπρον των εορτων σας· και θελει σας σηκωσει μεθ' εαυτης.

4 Και θελετε γνωρισει οτι εγω εξαπεστειλα την εντολην ταυτην προς εσας, δια να ηναι η διαθηκη μου μετα του Λευι, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.

5 Η της ζωης και της ειρηνης διαθηκη μου ητο μετ' αυτου· και εδωκα αυτας εις αυτον δια τον φοβον, τον οποιον με εφοβειτο και ευλαβειτο το ονομα μου.

6 Ο νομος της αληθειας ητο εν τω στοματι αυτου και ανομια δεν ευρεθη εν τοις χειλεσιν αυτου· περιεπατησε μετ' εμου εν ειρηνη και ευθυτητι και πολλους επεστρεψεν απο ανομιας.

7 Επειδη τα χειλη του ιερεως θελουσι φυλαττει γνωσιν, και εκ του στοματος αυτου θελουσι ζητησει νομον· διοτι αυτος ειναι αγγελος του Κυριου των δυναμεων.

8 Αλλα σεις εξεκλινατε απο της οδου· εκαμετε πολλους να προσκοπτωσιν εις τον νομον· διεφθειρατε την διαθηκην του Λευι, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.

9 Δια τουτο και εγω σας κατεστησα καταφρονητους και εξουδενωμενους εις παντα τον λαον, καθοτι δεν εφυλαξατε τας οδους μου αλλ' ησθε προσωποληπται εις τον νομον.

10 Δεν ειναι εις ο πατηρ παντων ημων; δεν επλασεν ημας εις Θεος; δια τι δολιευομεθα εκαστος κατα του αδελφου αυτου, βεβηλουντες την διαθηκην των πατερων ημων;

11 Ο Ιουδας εφερθη δολιως και επραχθη βδελυγμα εν Ισραηλ και εν Ιερουσαλημ· διοτι εβεβηλωσεν ο Ιουδας το αγιον του Κυριου, το οποιον ηγαπησε, και ενυμφευθη θυγατερα θεου αλλοτριου.

12 Ο Κυριος θελει εξολοθρευσει εκ των σκηνωματων του Ιακωβ τον ανθρωπον τον πραττοντα τουτο, τον σκοπον και τον αποκρινομενον και τον προσφεροντα προσφοραν εις τον Κυριον των δυναμεων.

13 Εκαμετε οτι και τουτο· εκαλυπτετε το θυσιαστηριον του Κυριου με δακρυα, με κλαυθμον και με στεναγμους· οθεν δεν αποβλεπει πλεον εις την προσφοραν και δεν δεχεται αυτην με ευαρεστησιν εκ της χειρος σας.

14 Και λεγετε, Δια τι; Διοτι ο Κυριος εσταθη μαρτυς μεταξυ σου και της γυναικος της νεοτητος σου, προς την οποιαν συ εφερθης δολιως· ενω αυτη ειναι η συζυγος σου και η γυνη της συνθηκης σου.

15 Και δεν εκαμεν ο Θεος ενα; και ομως αυτος ειχεν υπεροχην πνευματος. Και δια τι τον ενα; δια να ζητηση σπερμα θειον. Δια τουτο προσεχετε εις το πνευμα σας, και ας μη φερηται μηδεις απιστως προς την γυναικα της νεοτητος αυτου.

16 Διοτι ο Κυριος, ο Θεος του Ισραηλ, λεγει οτι μισει τον αποβαλλοντα αυτην και τον καλυπτοντα την βιαν με το ενδυμα αυτου, λεγει ο Κυριος των δυναμεων· δια τουτο προσεχετε εις το πνευμα σας και μη φερεσθε δολιως.

17 Κατεβαρυνατε τον Κυριον με τους λογους σας· και λεγετε, με τι κατεβαρυναμεν αυτον; Με το να λεγητε, πας οστις πραττει κακον ειναι ευαρεστος ενωπιον του Κυριου, και αυτος ευδοκει εις αυτους. Που ειναι ο Θεος της κρισεως;

   

Bible

 

Λευιτικόν 18

Studie

   

1 Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην, λεγων,

2 Λαλησον προς τους υιους Ισραηλ και ειπε προς αυτους, Εγω ειμαι Κυριος, ο Θεος σας.

3 Κατα τας πραξεις της γης Αιγυπτου, εν η κατωκησατε, δεν θελετε πραξει και κατα τας πραξεις της γης Χανααν, εις την οποιαν εγω σας φερω, δεν θελετε πραξει και κατα τα νομιμα αυτων δεν θελετε περιπατησει.

4 Τας κρισεις μου θελετε καμει και τα προσταγματα μου θελετε φυλαττει, δια να περιπατητε εις αυτα. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.

5 Θελετε φυλαττει λοιπον τα προσταγματα μου και τας κρισεις μου· τα οποια καμνων ο ανθρωπος, θελει ζησει δι' αυτων. Εγω ειμαι ο Κυριος.

6 Ουδεις ανθρωπος θελει πλησιασει εις ουδενα συγγενη αυτου κατα σαρκα, δια να αποκαλυψη την ασχημοσυνην αυτου. Εγω ειμαι ο Κυριος.

7 Ασχημοσυνην πατρος σου, η ασχημοσυνην μητρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι μητηρ σου· δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.

8 Ασχημοσυνην γυναικος του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι ασχημοσυνη του πατρος σου.

9 Ασχημοσυνην αδελφης σου θυγατρος του πατρος σου η θυγατρος της μητρος σου, γεννημενης εν τη οικια η γεννημενης εξω, τουτων την ασχημοσυνην δεν θελεις αποκαλυψει.

10 Ασχημοσυνην θυγατρος του υιου σου η θυγατρος της θυγατρος σου, τουτων την ασχημοσυνην δεν θελεις αποκαλυψει διοτι ιδικη σου ειναι η ασχημοσυνη αυτων.

11 Ασχημοσυνην θυγατρος της γυναικος του πατρος σου, γεννημενης απο του πατρος σου, ητις ειναι αδελφη σου, δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.

12 Ασχημοσυνην αδελφης του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει ειναι στενη συγγενης του πατρος σου.

13 Ασχημοσυνην αδελφης της μητρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· διοτι ειναι στενη συγγενης της μητρος σου.

14 Ασχημοσυνην αδελφου του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· εις την γυναικα αυτου δεν θελεις πλησιασει· ειναι θεια σου.

15 Ασχημοσυνην νυμφης σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι γυνη του υιου σου· δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.

16 Ασχημοσυνην αδελφου σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι η ασχημοσυνη του αδελφου σου.

17 Ασχημοσυνην γυναικος και της θυγατρος αυτης δεν θελεις αποκαλυψει ουδε θελεις λαβει την θυγατερα του υιου αυτης η την θυγατερα της θυγατρος αυτης, δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης· ειναι στεναι συγγενεις αυτης· ειναι ασεβημα.

18 Και γυναικα προς τη αδελφη αυτης αντιζηλον δεν θελεις λαβει, δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης προς τη αλλη, εν οσω ζη.

19 Και εις γυναικα, εν καιρω αποχωρισμου δια την ακαθαρσιαν αυτης δεν θελεις πλησιασει δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης.

20 Και μετα της γυναικος του πλησιον σου δεν θελεις συνουσιασθη, δια να μιανθης μετ' αυτης.

21 Και δεν θελεις αφησει τινα εκ του σπερματος σου να περαση δια του πυρος εις τον Μολοχ και δεν θελεις βεβηλωσει το ονομα του Θεου σου. Εγω ειμαι ο Κυριος.

22 Και μετα αρρενος δεν θελεις συνουσιασθη, ως μετα γυναικος· ειναι βδελυγμα.

23 Ουδε θελεις συνουσιασθη μετ' ουδενος κτηνους, δια να μιανθης μετ' αυτου· ουδε γυνη θελει σταθη εμπροσθεν κτηνους, δια να βατευθη· ειναι μυσαρον.

24 Μη μιαινεσθε εις ουδεν εκ τουτων· διοτι εις παντα ταυτα εμιανθησαν τα εθνη, τα οποια εγω εκδιωκω απ' εμπροσθεν σας·

25 και εμιανθη η γη· δια τουτο ανταποδιδω την ανομιαν αυτης επ' αυτην, και η γη θελει εξεμεσει τους κατοικους αυτης.

26 Σεις λοιπον θελετε φυλαξει τα προσταγματα μου και τας κρισεις μου και δεν θελετε πραττει ουδεν εκ παντων των βδελυγματων τουτων, ο αυτοχθων η ο ξενος ο παροικων μεταξυ σας·

27 διοτι παντα τα βδελυγματα ταυτα επραξαν οι ανθρωποι της γης, οι προ υμων, και εμιανθη η γη·

28 δια να μη σας εξεμεση η γη, οταν μιανητε αυτην, καθως εξημεσε τα εθνη τα προ υμων.

29 Διοτι πας οστις πραξη τι εκ των βδελυγματων τουτων, αι ψυχαι αιτινες ηθελον πραξει αυτα θελουσιν εξολοθρευθη εκ μεσου του λαου αυτων.

30 Οθεν θελετε φυλαττει τα προσταγματα μου, ωστε να μη πραξητε μηδεν εκ των βδελυρων τουτων νομιμων, τα οποια επραχθησαν προ υμων, και να μη μιανθητε εις αυτα. Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.