Bible

 

Joel 3

Studie

   

1 Διοτι, ιδου, εν ταις ημεραις εκειναις και εν τω καιρω εκεινω, οταν επιστρεψω τους αιχμαλωτους του Ιουδα και της Ιερουσαλημ,

2 θελω συναξει ετι παντα τα εθνη και θελω καταβιβασει αυτα εις την κοιλαδα του Ιωσαφατ, και θελω κριθη μετ' αυτων εκει υπερ του λαου μου και της κληρονομιας μου Ισραηλ, τον οποιον διεσπειραν μεταξυ των εθνων και διεμοιρασθησαν την γην μου·

3 και ερριψαν κληρους δια τον λαον μου· και εδωκαν παιδιον δια πορνην και επωλουν κορασιον δια οινον και επινον.

4 Και ετι τι εχετε σεις να καμητε μετ' εμου, Τυρε και Σιδων και παντα τα ορια της Παλαιστινης; θελετε μοι ανταποδωσει ανταποδομα; εαν σεις ανταποδωσητε εις εμε, χωρις αργοποριας ταχεως θελω επιστρεψει το ανταποδομα σας επι την κεφαλην σας.

5 Διοτι ελαβετε το αργυριον μου και το χρυσιον μου, και τα εκλεκτα μου αγαθα εφερετε εις τους ναους σας.

6 Τους δε υιους Ιουδα και τους υιους Ιερουσαλημ επωλησατε εις τους υιους των Ελληνων, δια να απομακρυνητε αυτους απο των οριων αυτων.

7 Ιδου, εγω θελω εγειρει αυτους απο του τοπου οπου επωλησατε αυτους, και θελω επιστρεψει το ανταποδομα σας επι την κεφαλην σας.

8 Και θελω πωλησει τους υιους σας και τας θυγατερας σας εις την χειρα των υιων Ιουδα, και θελουσι πωλησει αυτους εις τους Σαβαιους, εις εθνος μακραν απεχον· διοτι ο Κυριος ελαλησε.

9 Κηρυξατε τουτο εν τοις εθνεσιν, αγιασατε πολεμον, διεγειρατε τους μαχητας, ας πλησιασωσιν, ας αναβαινωσι παντες οι ανδρες του πολεμου·

10 σφυρηλατησατε τα υνια σας εις ρομφαιας και τα δρεπανα σας εις λογχας· ο αδυνατος ας λεγη, Εγω ειμαι δυνατος·

11 Συναθροισθητε και ελθετε κυκλοθεν, παντα τα εθνη, και συναχθητε ομου· εκει θελει καταστρεψει ο Κυριος τους ισχυρους σου.

12 Ας εγερθωσι και ας αναβωσι τα εθνη εις την κοιλαδα του Ιωσαφατ· διοτι εκει θελω καθησει δια να κρινω παντα τα εθνη τα κυκλοθεν.

13 Βαλετε δρεπανον, διοτι ο θερισμος ειναι ωριμος· ελθετε, καταβητε· διοτι ο ληνος ειναι πληρης, τα υποληνια υπερεκχειλιζουσιν· επειδη η κακια αυτων ειναι μεγαλη.

14 Πληθη, πληθη εις την κοιλαδα της δικης· διοτι εγγυς ειναι η ημερα του Κυριου εις την κοιλαδα της δικης.

15 Ο ηλιος και σεληνη θελουσι συσκοτασει και οι αστερες θελουσι συρει οπισω το φεγγος αυτων.

16 Ο δε Κυριος θελει βρυχησει εκ Σιων και εκπεμψει την φωνην αυτου εξ Ιερουσαλημ· και οι ουρανοι και η γη θελουσι σεισθη· αλλ' ο Κυριος θελει εισθαι το καταφυγιον του λαου αυτου και η ισχυς των υιων Ισραηλ.

17 Ουτω θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας, ο κατοικων εν Σιων, τω ορει τω αγιω μου· τοτε η Ιερουσαλημ θελει εισθαι αγια και αλλογενεις δεν θελουσι διελθει δι' αυτης πλεον.

18 Και εν τη ημερα εκεινη τα ορη θελουσι σταλαξει γλευκος και οι λοφοι θελουσι ρεει γαλα και παντες οι ρυακες του Ιουδα θελουσι ρεει υδατα και πηγη θελει εξελθει εκ του οικου του Κυριου και θελει ποτιζει την φαραγγα του Σιττειμ.

19 Η Αιγυπτος θελει εισθαι ηρημωμενη και ο Εδωμ θελει εισθαι ερημος αβατος δια τας εις τους υιους Ιουδα αδικιας, διοτι εχυσαν αιμα αθωον εν τη γη αυτων.

20 Η δε Ιουδαια θελει κατοικεισθαι εις τον αιωνα και η Ιερουσαλημ εις γενεας γενεων.

21 Και θελω καθαρισει το αιμα αυτων, το οποιον δεν εκαθαρισα· διοτι ο Κυριος κατοικει εν Σιων.

   

Ze Swedenborgových děl

 

Arcana Coelestia # 7688

Prostudujte si tuto pasáž

  
/ 10837  
  

7688. 'And the land was darkened' means that falsity was introduced where there had been truth. This is clear from the meaning of 'darkness' as falsities, dealt with in 1839, 1860, 4418, 4531, so that 'being darkened' is being subject to falsity. And since the vastation of those who belonged to the Church, had a knowledge of truths, but led an evil life, are the subject 'the land was darkened' means falsity where there has been truth. Truth is meant in the internal sense by 'light', and therefore falsity is meant by 'darkness'; for truth and falsity are opposites like light and darkness. And those guided by truth dwell in actual light, whereas those under the influence of falsity dwell in actual darkness. The inferior light which those under the influence of falsity in the next life dwell in turns into thick darkness at the presence of the superior light of heaven, and into even thicker darkness with those who have belonged to the Church, because their falsity has stood in opposition to the truth of faith, as accords with the Lord's words in Matthew,

If the light that is in you is darkness, how great is the darkness! Matthew 6:23.

And in the same gospel,

The sons of the kingdom will be thrown into outer darkness. Matthew 8:12.

'The sons of the kingdom' are members of the Church, and 'outer darkness' is more serious falsities, the term 'outer' being used because falsities in the outermost parts are more serious ones.

[2] The fact that falsities are called 'darkness' is clear from a number of places in the Word, for example in John,

Light has come into the world, but men preferred darkness rather than light, for their works were evil. John 3:19.

In the same gospel,

Walk, as long as you have the light, lest darkness overtakes you. I have come as light into the world in order that all who believe in Me may not remain in darkness. John 12:35, 46.

In Isaiah,

Woe to those who speak of evil as good, and of good as evil, who put darkness for light, and light for darkness! Isaiah 5:20.

In Jeremiah,

Give glory to Jehovah your God before He brings darkness and before your feet stumble on the twilight mountains; then you will look for light but He will turn it into the shadow of death, He will place it in thick darkness. Jeremiah 13:16.

In Ezekiel,

When I have blotted you out, I will cover the heavens and darken their stars. I will cover the sun with a cloud, and the moon will not give its light. All the bright lights in the heavens I will make dark over you, and I will put darkness over your land. Ezekiel 32:7-8.

In Joel,

The day of Jehovah is coming, it is near, a day of darkness and thick darkness, a day of cloud and gloom. Joel 2:1-2; Amos 5:18, 20.

In Zephaniah,

A day of wrath is that day, a day of ruin and devastation, a day of darkness and thick darkness. Zephaniah 1:15.

In these places 'darkness' means falsities. In addition 'darkness' in the Word means lack of knowledge of the truth, such as exists with gentiles who do not have the Word and know nothing about the Lord.

  
/ 10837  
  

Thanks to the Swedenborg Society for the permission to use this translation.