Bible

 

Amos 8

Studie

   

1 Ουτως εδειξεν εις εμε Κυριος ο Θεος· και ιδου, κανιστρον καρπου θερινου.

2 Και ειπε, Τι βλεπεις συ, Αμως; Και ειπα, Κανιστρον καρπου θερινου. Τοτε ειπε Κυριος προς εμε, Ηλθε το τελος επι τον λαον μου Ισραηλ· δεν θελω πλεον παρατρεξει αυτον του λοιπου.

3 Και τα ασματα του ναου θελουσιν εισθαι ολολυγμοι εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος ο Θεος· πολλα πτωματα θελουσιν εισθαι εν παντι τοπω· θελουσιν εκριψει αυτα εν σιωπη.

4 Ακουσατε τουτο, οι ροφουντες τους πενητας και οι αφανιζοντες τους πτωχους του τοπου,

5 λεγοντες, Ποτε θελει παρελθει ο μην, δια να πωλησωμεν γεννηματα; και το σαββατον, δια να ανοιξωμεν σιτον, σμικρυνοντες το εφα και μεγαλυνοντες τον σικλον και νοθευοντες τα ζυγια της απατης;

6 δια να αγορασωμεν τους πτωχους με αργυριον και τον πενητα δια ζευγος υποδηματων, και να πωλησωμεν τα σκυβαλα του σιτου;

7 Ο Κυριος ωμοσεν εις την δοξαν του Ιακωβ, λεγων, Βεβαιως δεν θελω λησμονησει ποτε ουδεν εκ των εργων αυτων.

8 Η γη δεν θελει ταραχθη δια τουτο και πενθησει πας ο κατοικων εν αυτη; και δεν θελει υπερεκχειλισει ολη ως ποταμος και δεν θελει απορριφθη και καταποντισθη ως υπο του ποταμου της Αιγυπτου;

9 Και εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος ο Θεος, θελω καμει τον ηλιον να δυση εν καιρω μεσημβριας και θελω συσκοτασει την γην εν φωτεινη ημερα.

10 Και θελω μεταστρεψει τας εορτας σας εις πενθος και παντα τα ασματα σας εις θρηνον, και θελω αναβιβασει σακκον επι πασαν οσφυν και φαλακρωμα επι πασαν κεφαλην, και θελω καταστησει αυτον ως τον πενθουντα υιον μονογενη και το τελος αυτου θελει εισθαι ως ημερα πικριας.

11 Ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος ο Θεος, και θελω εξαποστειλει πειναν επι την γην· ουχι πειναν αρτου ουδε διψαν υδατος, αλλ' ακροασεως των λογων του Κυριου.

12 Και θελουσι περιπλανασθαι απο θαλασσης εως θαλασσης, και απο βορρα εως ανατολης θελουσι περιτρεχει, ζητουντες τον λογον του Κυριου, και δεν θελουσιν ευρει.

13 Εν τη ημερα εκεινη θελουσι λιποθυμησει αι ωραιαι παρθενοι και οι νεανισκοι υπο διψης,

14 οι ομνυοντες εις την αμαρτιαν της Σαμαρειας και οι λεγοντες, Ζη ο Θεος σου, Δαν, και, Ζη η οδος της Βηρσαβεε, και θελουσι πεσει και δεν θελουσι σηκωθη πλεον.

   

Bible

 

Παροιμίες 20

Studie

   

1 Ο οινος ειναι χλευαστης, και τα σικερα στασιαστικα· και οστις δελεαζεται υπο τουτων, δεν ειναι φρονιμος.

2 Απειλη βασιλεως ειναι βρυχηθμος λεοντος· οστις παροξυνει αυτον, αμαρτανει εις την ιδιαν αυτου ζωην.

3 Τιμη ειναι εις τον ανθρωπον να παυη απο της εριδος· πας δε αφρων εμπλεκεται εις ταυτην.

4 Ο οκνηρος δεν θελει να αροτρια εξ αιτιας του χειμωνος· δια τουτο θελει ζητει εν τω θερει και δεν θελει λαμβανει.

5 Η βουλη εν τη καρδια του ανθρωπου ειναι ως υδατα βαθεα· αλλ' ο συνετος ανθρωπος θελει ανασυρει αυτην.

6 Πολλοι ανθρωποι κηρυττουσιν εκαστος την καλοκαγαθιαν αυτου· αλλα τις θελει ευρη ανθρωπον πιστον;

7 Ο δικαιος περιπατει εν τη ακεραιοτητι αυτου· και τα τεκνα αυτου ειναι μακαρια μετ' αυτον.

8 Βασιλευς, καθημενος επι θρονου κρισεως, διασκεδαζει παν κακον δια των οφθαλμων αυτου.

9 Τις δυναται να ειπη, Εκαθαρισα την καρδιαν μου, ειμαι καθαρος απο των αμαρτιων μου;

10 Ζυγια διαφορα, μετρα διαφορα, ειναι αμφοτερα βδελυγμα εις τον Κυριον.

11 Γνωριζεται και αυτο το παιδιον εκ των πραξεων αυτου, αν τα εργα αυτου ειναι καθαρα, και αν ευθεα.

12 Το ωτιον ακουει και ο οφθαλμος βλεπει· αλλ' ο Κυριος εκαμεν αμφοτερα.

13 Μη αγαπα τον υπνον, δια να μη ελθης εις πτωχειαν· ανοιξον τους οφθαλμους σου και θελεις χορτασθη αρτου.

14 Κακον, κακον, λεγει ο αγοραστης· αλλ' αφου αναχωρηση, τοτε καυχαται.

15 Υπαρχει χρυσιον και πληθος μαργαριτων· τα χειλη ομως της γνωσεως ειναι το πολυτιμου κειμηλιον.

16 Λαβε το ιματιον του εγγυωμενου δια ξενον· και λαβε ενεχυρον απ' αυτου, εγγυωμενου περι ξενων πραγματων.

17 Ο αρτος του ψευδους ειναι γλυκυς εις τον ανθρωπον· μετα ταυτα ομως το στομα αυτου θελει γεμισθη χαλικων.

18 Οι σκοποι στερεονονται δια της συμβουλης· και μετα καλην σκεψιν καμνε πολεμον.

19 Ο σπερμολογος περιερχομενος αποκαλυπτει τα μυστικα· δια τουτο μη σμιγου μετα του πλατυνοντος τα χειλη αυτου.

20 Ο λυχνος του κακολογουντος τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου θελει σβεσθη εν βαθει σκοτει.

21 Κληρονομια αποκτηθεισα ταχεως την αρχην, εις το τελος δεν ευλογειται.

22 Μη ειπης, Θελω ανταποδωσει κακον· αναμενε τον Κυριον και θελει σε σωσει.

23 Ζυγια διαφορα ειναι βδελυγμα εις τον Κυριον· και η δολια πλαστιγξ δεν ειναι καλον.

24 Τα διαβηματα του ανθρωπου διευθυνονται υπο του Κυριου· πως λοιπον ο ανθρωπος ηθελε γνωρισει την εαυτου οδον;

25 Παγις ειναι εις τον ανθρωπον, προπετως να λαλη· περι ιερων και μετα τας ευχας να σκεπτηται.

26 Ο σοφος βασιλευς λικμιζει τους ασεβεις και στρεφει τον τροχον επ' αυτους.

27 Λυχνος του Κυριου ειναι το πνευμα του ανθρωπου, το οποιον διερευνα παντα τα ενδομυχα της καρδιας.

28 Ελεος και αληθεια διαφυλαττουσι τον βασιλεα· και ο θρονος αυτου υποστηριζεται υπο του ελεους.

29 Καυχημα των νεων ειναι η δυναμις αυτων· και δοξα των γεροντων η πολια.

30 Τα μελανισματα των πληγων λευκαινουσι τον κακον· και τα κτυπηματα τα ενδομυχα της καρδιας.