Библия

 

Amos 2

Учиться

   

1 Ουτω λεγει Κυριος· Δια τας τρεις παραβασεις του Μωαβ και δια τας τεσσαρας δεν θελω αποστρεψει την τιμωριαν αυτου· διοτι κατεκαυσε τα οστα του βασιλεως του Εδωμ μεχρι κονιας·

2 αλλα θελω εξαποστειλει πυρ επι τον Μωαβ και θελει καταφαγει τα παλατια της Κιριωθ· και ο Μωαβ θελει αποθανει μετα θορυβου, μετα κραυγης, μετ' ηχου σαλπιγγος.

3 Και θελω εξολοθρευσει τον κριτην εκ μεσου αυτου, και θελω αποκτεινει παντας τους αρχοντας αυτου μετ' αυτου, λεγει Κυριος.

4 Ουτω λεγει Κυριος· Δια τας τρεις παραβασεις του Ιουδα και δια τας τεσσαρας δεν θελω αποστρεψει την τιμωριαν αυτου, διοτι κατεφρονησαν τον νομον του Κυριου και δεν εφυλαξαν τα προσταγματα αυτου και επλανησαν αυτους τα ματαια αυτων, κατοπιν των οποιων περιεπατησαν οι πατερες αυτων·

5 αλλα θελω εξαποστειλει πυρ επι τον Ιουδαν και θελει καταφαγει τα παλατια της Ιερουσαλημ.

6 Ουτω λεγει Κυριος· Δια τας τρεις παραβασεις του Ισραηλ και δια τας τεσσαρας δεν θελω αποστρεψει την τιμωριαν αυτου διοτι επωλησαν τον δικαιον δι' αργυριον και τον πενητα δια ζευγος υποδηματων·

7 οιτινες ποθουσι να βλεπωσι την κονιν της γης επι την κεφαλην των πτωχων και εκκλινουσι την οδον των πενητων· και υιος και πατηρ αυτου υπαγουσι προς την αυτην παιδισκην, δια να βεβηλονωσι το ονομα το αγιον μου·

8 και πλαγιαζουσι πλησιον παντος θυσιαστηριου επι ενδυματων ενεχυριασμενων, και πινουσιν εν τω οικω των θεων αυτων τον οινον των καταδυναστευομενων.

9 Αλλ' εγω εξωλοθρευσα τον Αμορραιον απ' εμπροσθεν αυτων, του οποιου το υψος ητο ως το υψος των κεδρων και αυτος ισχυρος ως αι δρυς· και ηφανισα τον καρπον αυτου επανωθεν και τας ριζας αυτου υποκατωθεν.

10 Και εγω σας ανεβιβασα εκ γης Αιγυπτου και σας περιεφερον τεσσαρακοντα ετη δια της ερημου, δια να κληρονομησητε την γην του Αμορραιου.

11 Και ανεστησα εκ των υιων σας δια προφητας και εκ των νεανισκων σας δια Ναζηραιους. Δεν ειναι ουτως, υιοι Ισραηλ; λεγει Κυριος.

12 Σεις δε εποτιζετε τους Ναζηραιους οινον και προσεταξατε τους προφητας λεγοντες, Μη προφητευσητε.

13 Ιδου, εγω θελω καταθλιψει υμας εν τω τοπω υμων, καθως καταθλιβεται η αμαξα η πληρης δραγματων.

14 Και η φυγη θελει χαθη απο του δρομεως και ο ανδρειος δεν θελει στερεωσει την ισχυν αυτου και ο ισχυρος δεν θελει διασωσει την ψυχην αυτου,

15 και ο τοξοτης δεν θελει δυνηθη να σταθη· και ο ταχυπους να εκφυγη και ο ιππευς να σωση την ζωην αυτου,

16 και ο μεταξυ των δυνατων γενναιοκαρδιος γυμνος θελει φυγει εν εκεινη τη ημερα, λεγει Κυριος.

   

Библия

 

Ιερεμία 17:27

Учиться

       

27 Αλλ' εαν δεν μου υπακουσητε, ωστε να αγιαζητε την ημεραν του σαββατου και να μη βασταζητε φορτιον και εμβιβαζητε εις τας πυλας της Ιερουσαλημ την ημεραν του σαββατου, τοτε θελω αναψει πυρ εν ταις πυλαις αυτης και θελει καταφαγει τα παλατια της Ιερουσαλημ και δεν θελει σβεσθη.

Библия

 

Psalms 104

Учиться

   

1 Bless Yahweh, my soul. Yahweh, my God, you are very great. You are clothed with honor and majesty.

2 He covers himself with light as with a garment. He stretches out the heavens like a curtain.

3 He lays the beams of his rooms in the waters. He makes the clouds his chariot. He walks on the wings of the wind.

4 He makes his messengers winds; his servants flames of fire.

5 He laid the foundations of the earth, that it should not be moved forever.

6 You covered it with the deep as with a cloak. The waters stood above the mountains.

7 At your rebuke they fled. At the voice of your thunder they hurried away.

8 The mountains rose, the valleys sank down, to the place which you had assigned to them.

9 You have set a boundary that they may not pass over; that they don't turn again to cover the earth.

10 He sends forth springs into the valleys. They run among the mountains.

11 They give drink to every animal of the field. The wild donkeys quench their thirst.

12 The birds of the sky nest by them. They sing among the branches.

13 He waters the mountains from his rooms. The earth is filled with the fruit of your works.

14 He causes the grass to grow for the livestock, and plants for man to cultivate, that he may bring forth food out of the earth:

15 wine that makes glad the heart of man, oil to make his face to shine, and bread that strengthens man's heart.

16 Yahweh's trees are well watered, the cedars of Lebanon, which he has planted;

17 where the birds make their nests. The stork makes its home in the fir trees.

18 The high mountains are for the wild goats. The rocks are a refuge for the rock badgers.

19 He appointed the moon for seasons. The sun knows when to set.

20 You make darkness, and it is night, in which all the animals of the forest prowl.

21 The young lions roar after their prey, and seek their food from God.

22 The sun rises, and they steal away, and lay down in their dens.

23 Man goes forth to his work, to his labor until the evening.

24 Yahweh, how many are your works! In wisdom have you made them all. The earth is full of your riches.

25 There is the sea, great and wide, in which are innumerable living things, both small and large animals.

26 There the ships go, and leviathan, whom you formed to play there.

27 These all wait for you, that you may give them their food in due season.

28 You give to them; they gather. You open your hand; they are satisfied with good.

29 You hide your face: they are troubled; you take away their breath: they die, and return to the dust.

30 You send forth your Spirit: they are created. You renew the face of the ground.

31 Let the glory of Yahweh endure forever. Let Yahweh rejoice in his works.

32 He looks at the earth, and it trembles. He touches the mountains, and they smoke.

33 I will sing to Yahweh as long as I live. I will sing praise to my God while I have any being.

34 Let your meditation be sweet to him. I will rejoice in Yahweh.

35 Let sinners be consumed out of the earth. Let the wicked be no more. Bless Yahweh, my soul. Praise Yah!