圣经文本

 

Ιεζεκιήλ第24章

学习

   

1 Και εν τω εννατω ετει, τω δεκατω μηνι, τη δεκατη του μηνος, εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,

2 Υιε ανθρωπου, γραψον εις σεαυτον το ονομα της ημερας, αυτης ταυτης της ημερας· διοτι ο βασιλευς της Βαβυλωνος παρεταχθη κατα της Ιερουσαλημ εν αυτη ταυτη τη ημερα.

3 Και προφερε παραβολην προς τον αποστατην οικον· και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος· Στησον τον λεβητα; στησον, και ετι χυσον υδωρ εις αυτον·

4 συναγαγε εις αυτον τα τμηματα αυτου, παν τμημα καλον, τον μηρον και τον ωμον· γεμισον αυτον απο των εκλεκτων οστεων.

5 Λαβε εκ των εκλεκτων του ποιμνιου και στιβασον ετι τα οστα κατω αυτου· βρασον αυτα καλως και ας εψηθωσι και αυτα τα οστα αυτου εν αυτω.

6 Διοτι ουτω λεγει Κυριος ο Θεος· Ουαι εις την πολιν των αιματων, εις τον λεβητα, του οποιου η σκωρια ειναι εν αυτω και του οποιου η σκωρια δεν εξηλθεν απ' αυτου. Εκβαλε κατα σειραν τα τμηματα αυτης· κληρος ας μη πεση επ' αυτην.

7 Διοτι το αιμα αυτης ειναι εν μεσω αυτης· επι λειοπετραν εξεθεσεν αυτο· δεν εχυσεν αυτο επι την γην, ωστε να σκεπασθη με χωμα.

8 Δια να καμω να αναβη θυμος εις εκτελεσιν εκδικησεως, θελω εκθεσει το αιμα αυτης επι λειοπετραν, δια να μη σκεπασθη.

9 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος· Ουαι εις την πολιν των αιματων· και εγω θελω μεγαλυνει την πυραν.

10 Επισωρευσον τα ξυλα, αναψον το πυρ, καταναλωσον τα κρεατα και διαλυσον αυτα, ας καωσι και τα οστα.

11 Τοτε στησον αυτον κενον επι τους ανθρακας αυτον, δια να πυρωθη ο χαλκος αυτου και να καη και να λυωση εν αυτω η ακαθαρσια αυτου, να καταναλωθη η σκωρια αυτου.

12 Ματαιως εδοκιμασθη με κοπους, και η μεγαλη αυτης σκωρια δεν εξηλθεν απ' αυτης, η σκωρια αυτης εν τω πυρι.

13 Εν τη ακαθαρσια σου υπαρχει μιαροτης· επειδη εγω σε εκαθαρισα και δεν εκαθαρισθης, δεν θελεις πλεον καθαρισθη απο της ακαθαρσιας σου, εωσου αναπαυσω τον θυμον μου επι σε.

14 Εγω ο Κυριος ελαλησα· θελει γεινει και θελω εκτελεσει αυτο· δεν θελω στραφη οπισω και δεν θελω φεισθη και δεν θελω μεταμεληθη· κατα τας οδους σου και κατα τας πραξεις σου θελουσι σε κρινει, λεγει Κυριος ο Θεος.

15 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,

16 Υιε ανθρωπου, ιδου, εγω θελω αφαιρεσει απο σου δια μιας πληγης το επιθυμημα των οφθαλμων σου· και μη πενθησης και μη κλαυσης και ας μη ρευσωσι τα δακρυα σου·

17 κρατηθητι απο στεναγμων, μη καμης πενθος νεκρων, δεσον την τιαραν σου επι την κεφαλην σου, και βαλε εις τους ποδας σου τα υποδηματα σου, και μη καλυψης τα χειλη σου, και αρτον ανδρων μη φαγης.

18 Και ελαλησα προς τον λαον το πρωι, και το εσπερας απεθανεν η γυνη μου· και εκαμον το πρωι ως προσεταχθην.

19 Και ειπεν ο λαος προς εμε, Δεν θελεις απαγγειλει προς υμας τι δηλουσιν εις υμας ταυτα, τα οποια καμνεις;

20 Και απεκριθην προς αυτους, λογος Κυριου εγεινε προς εμε λεγων,

21 Ειπε προς τον οικον Ισραηλ, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος· Ιδου, θελω βεβηλωσει τα αγια μου, το καυχημα της δυναμεως σας, τα επιθυμηματα των οφθαλμων σας και τα περιποθητα των ψυχων σας· και οι υιοι σας και αι θυγατερες σας, οσους αφηκατε, εν ρομφαια θελουσι πεσει.

22 Και θελετε καμει καθως εγω εκαμον· δεν θελετε καλυψει τα χειλη σας και αρτον ανδρων δεν θελετε φαγει.

23 Και αι τιαραι σας θελουσιν εισθαι επι των κεφαλων σας και τα υποδηματα σας εις τους ποδας σας· δεν θελετε πενθησει ουδε κλαυσει· αλλα θελετε λυωσει δια τας ανομιας σας και θελετε στεναξει ο εις προς τον αλλον.

24 Και ο Ιεζεκιηλ θελει εισθαι σημειον εις εσας· κατα παντα οσα εκαμε θελετε καμει· οταν τουτο ελθη, τοτε θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος.

25 Περι δε σου, υιε ανθρωπου, εν εκεινη τη ημερα, οταν αφαιρεσω απ' αυτων την ισχυν αυτων, την χαραν της δοξης αυτων, τα επιθυμηματα των οφθαλμων αυτων και το θαρρος των ψυχων αυτων, τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων,

26 εν τη ημερα εκεινη ο διασωθεις δεν θελει ελθει προς σε, δια να αναγγειλη ταυτα εις τα ωτα σου;

27 Εν εκεινη τη ημερα το στομα σου θελει ανοιχθη προς τον διασωθεντα και θελεις λαλησει και δεν θελεις εισθαι πλεον αλαλος· και θελεις εισθαι εις αυτους σημειον· και θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.

   

来自斯威登堡的著作

 

Arcana Coelestia#4744

学习本章节

  
/10837  
  

4744. 'And the pit was empty, there was no water in it' means that at that time there was no truth at all. This is clear from the meaning of 'the pit' as falsities, dealt with in 4728; from the meaning of 'empty' as a place where there is no truth at all because there is no good at all, dealt with below; and from the meaning of 'water' as truth, dealt with in 680, 739, 2702, 3058, 3424. The meaning of 'empty' as a place where there is no truth at all because there is no good at all is clear from other places in the Word, as in Jeremiah,

The nobles sent their inferiors for water, they came to the pits, and they found no water; they resumed with empty vessels, they were subjected to shame and ignominy, and they covered their heads. Jeremiah 14:3.

'Empty vessels' stands for truths in which there is no truth derived from good. In the same prophet,

Nebuchadnezzar king of Babel has devoured me, he has troubled me, he has made me an empty vessel, he has swallowed me up. Jeremiah 51:34.

'An empty vessel' stands for where there is no truth, 'Babel' for those who lay waste, that is, divest others of truths, 1327 (end). In the same prophet,

I looked to the earth, and behold, it was void and empty; and towards the heavens, and they had no light. Jeremiah 4:23.

In Isaiah.

The spoonbill and the duck will possess it, and the owl and the raven will dwell in it; and they will stretch over it the line of a void and the plumb-line of emptiness. Isaiah 34:11.

[2] In the same prophet,

The city of emptiness will be broken down, every house will be shut up so that no one may enter in. There is an outcry in the streets over [the lack of] wine. The joy of the earth will be banished; what is left in the city will be a waste. Isaiah 24:10-12.

In this case a different word is used in the original language to denote that which is 'empty', but it carries a similar meaning. The meaning of 'empty' as a place where there is no truth because there is no good is evident from the particular expressions here in the internal sense, that is to say, from the meaning of 'city', 'house', 'outcry', 'wine' and 'streets'. In Ezekiel,

The Lord Jehovih said, Woe to the city of bloodshed! 1 I too will make the hearth great, placing the pot empty on the burning coals, so that it is heated and is bronze becomes hot and is filthiness in it may be melted, its scum consumed. Ezekiel 24:9, 11.

Here it is quite plain what 'empty' means - 'the pot' is said to be 'empty', having filthiness and scum, that is, evil and falsity, inside it.

[3] Similarly in Matthew,

When the unclean spirit has gone out of a person he goes through dry places seeking rest, but does not find it. Then he says, I will return into my house from which I came out; and when he comes and finds it empty, and swept, and prepared for him, he goes away and links to himself seven other spirits more evil than himself; and they enter and dwell there. Matthew 12:43-45.

'The unclean spirit' stands for the unclean life led by a person and also for the unclean spirits that reside with him, for unclean spirits dwell in a person's unclean life. 'Dry places', or places where there is no water, stands for where there are no truths. 'The house that is empty' stands for that person's interiors which have been filled again with forms of uncleanness, that is, with falsities that are the products of evil. In Luke,

God has filled the hungry with good things, and the rich He has sent away empty. Luke 1:53.

'The rich' stands for those who know a great deal, for in the spiritual sense factual knowledge, matters of doctrine, and cognitions of good and truth are meant by 'riches'. People are called 'rich' but 'empty' if they know these things but do not carry them out; for with them truths are not truths because these are devoid of good, 4736.

脚注:

1. literally, bloods

  
/10837  
  

Thanks to the Swedenborg Society for the permission to use this translation.