Bible

 

Θλίψεις 4

Studie

   

1 Πως ημαυρωθη το χρυσιον, ηλλοιωθη το χρυσιον το καθαρωτατον, οι λιθοι του αγιαστηριου διεσπαρησαν εις τα ακρα πασων των οδων.

2 Οι ενδοξοι υιοι της Σιων, οι εκτιμωμενοι ως το καθαρον χρυσιον, πως ελογισθησαν ως αγγεια πηλινα, εργον χειρος κεραμεως.

3 Ετι και τα κητη προσφερουσι μαστους και θηλαζουσι τα τεκνα αυτων· η δε θυγατηρ του λαου μου εσκληρυνθη ως αι στρουθοκαμηλοι εν ερημω.

4 Η γλωσσα του θηλαζοντος εκολληθη εις τον ουρανισκον αυτου υπο της διψης· τα παιδια εζητησαν αρτον και δεν υπαρχει ο κοπτων εις αυτα.

5 Οι τρωγοντες φαγητα τρυφερα κοιτονται εν ταις οδοις ηφανισμενοι· οι ανατεθραμμενοι εν πορφυρα ενηγκαλισθησαν την κοπριαν.

6 Και η ποινη της ανομιας της θυγατρος του λαου μου εγεινε μεγαλητερα παρα την ποινην της αμαρτιας των Σοδομων, τα οποια κατεστραφησαν ως εν ριπη, και δεν ενηργησαν επ' αυτων χειρες.

7 Οι Ναζηραιοι αυτης ησαν καθαρωτεροι χιονος, λευκοτεροι γαλακτος, ερυθροτεροι την οψιν υπερ τους πολυτιμους λιθους, στιλπνοι ως ο σαπφειρος·

8 Η οψις αυτων κατημαυρωθη υπερ την ασβολην· δεν εγνωριζοντο εν ταις οδοις· το δερμα αυτων εκολληθη επι των οστεων αυτων· εξηρανθη, εγεινεν ως ξυλον.

9 Ευτυχεστεροι εσταθησαν οι θανατωθεντες υπο της ρομφαιας, παρα οι θανατωθεντες υπο της πεινης· διοτι ουτοι κατατηκονται, τετραυματισμενοι δι' ελλειψιν γεννηματων του αγρου.

10 Αι χειρες των ευσπλαγχνων γυναικων εψησαν τα τεκνα αυτων· εγειναν εις αυτας τροφη εν τω συντριμμω της θυγατρος του λαου μου.

11 Ο Κυριος συνετελεσε τον θυμον αυτου, εξεχεε την φλογα της οργης αυτου, και εξηψε πυρ εν Σιων, το οποιον κατεφαγε τα θεμελια αυτης.

12 Δεν επιστευον οι βασιλεις της γης και παντες οι κατοικουντες την οικουμενην, οτι ηθελεν εισελθει εχθρος και πολεμιος εις τας πυλας της Ιερουσαλημ.

13 Τουτο εγεινε δια τας αμαρτιας των προφητων αυτης και τας ανομιας των ιερεων αυτης, οιτινες εχυνον το αιμα των δικαιων εν μεσω αυτης.

14 Περιεπλανηθησαν ως τυφλοι εν ταις οδοις, εμολυνθησαν εν τω αιματι, ωστε οι ανθρωποι δεν ηδυναντο να εγγισωσι τα ενδυματα αυτων.

15 Αποστητε, ακαθαρτοι, εκραζον προς αυτους· αποστητε, αποστητε, μη εγγισητε· ενω εφευγον και περιεπλανωντο, ελεγετο μεταξυ των εθνων, Δεν θελουσι παροικει πλεον μεθ' ημων.

16 Το προσωπον του Κυριου διεμερισεν αυτους, δεν θελει πλεον επιβλεπει επ' αυτους· προσωπον ιερεων δεν εσεβασθησαν, γεροντας δεν ηλεησαν.

17 Ενω ετι υπηρχομεν, οι οφθαλμοι ημων απεκαμον, προσμενοντες την ματαιαν βοηθειαν ημων· απεβλεψαμεν κεχηνοτες προς εθνος μη δυναμενον να σωζη.

18 Παραμονευουσι τα ιχνη ημων, δια να μη περιπατωμεν εν ταις πλατειαις ημων· επλησιασε το τελος ημων, αι ημεραι ημων επληρωθησαν, διοτι ηλθε το τελος ημων.

19 Οι καταδιωκοντες ημας εγειναν ελαφροτεροι των αετων του ουρανου· εκυνηγησαν ημας επι τα ορη, ενηδρευσαν ημας εν τη ερημω.

20 Η πνοη των μυκτηρων ημων, ο χριστος του Κυριου, επιασθη εν ταις παγισιν αυτων, υπο την σκιαν του οποιου, ελεγομεν, θελομεν ζη μεταξυ των εθνων.

21 Χαιρε και ευφραινου, θυγατηρ Εδωμ, η κατοικουσα εν γη Ουζ· ετι και προς σε θελει περασει το ποτηριον· θελεις μεθυσθη και θελεις γυμνωθη.

22 Ετελειωσεν η ποινη της ανομιας σου, θυγατηρ Σιων· δεν θελει σε φερει πλεον εις αιχμαλωσιαν· θελει επισκεφθη την ανομιαν σου, θυγατηρ Εδωμ· θελει αποκαλυψει τα αμαρτηματα σου.

   

Ze Swedenborgových děl

 

Scriptural Confirmations # 59

  
/ 101  
  

59. 31. I am returned to Jerusalem with mercies: my house shall be built in it. Jehovah of Hosts shall yet choose Jerusalem (Zechariah 1:16-17).

I saw a man with a measuring line in his hand. He said, I go to measure Jerusalem to see what is the breadth thereof and what is the length thereof. For I, saith Jehovah, will be unto Jerusalem a wall of fire round about, and I will be the glory in the midst of her. Jehovah shall choose Jerusalem again (Zechariah 2:1-12).

Jehovah chooseth Jerusalem; is not this a brand snatched from the fire (Zechariah 3:2)?

Jehovah said, I will remove the iniquity of the land in one day. In that day shall ye call, a man to his neighbor, under the vine and under the fig tree (Zechariah 3:9-10).

Thus said Jehovah; I will return to Zion and dwell in the midst of Jerusalem; therefore Jerusalem shall be called a city of truth, and the mountain of Jehovah of Hosts the mountain of holiness. The streets of the city shall yet be filled with boys and girls playing in the streets thereof. I will bring them that they may dwell in the midst of Jerusalem, that they may be My people, and I may be their God, in truth and justice. Thus many people shall come to seek Jehovah of Hosts in Jerusalem, to entreat the faces of Jehovah (Zechariah 8:2-5, 8, 12, 15, 20-22).

In that day all the nations of the earth shall be gathered together against Jerusalem. In that day shall Jehovah protect the inhabitant of Jerusalem. The house of David shall be as God, as the angel of Jehovah before them. In that day I will seek to destroy all the nations that come against Jerusalem. But I will pour upon the house of David, and upon the inhabitant of Jerusalem the spirit of grace and of prayers, that they may look upon Me whom they pierced (Zechariah 12:3, 8-10).

In that day there shall be a fountain opened to the house of David, and to the inhabitants of Jerusalem. In that day I will cut off the names of the idols out of the land, and I will cause the unclean spirit to pass out of the land (Zechariah 13:1-2).

It shall be one day which is known unto Jehovah, not day nor night; for about evening time it shall be light. And it shall be in that day that living waters shall go out from Jerusalem, in summer and in winter. And Jehovah shall be King over all the earth: in that day shall Jehovah be one, and His name one. There shall be no more curse upon the earth, but Jerusalem shall dwell securely (Zechariah 14:6-9, 11). In that day there shall be no more the Canaanite in the house of Jehovah (verse 21).

(All the gates of Zion are devastated (Lamentations 1:4). Jehovah hath turned me back; He laid me waste (verse 13). My sons are devastated (verse 16). Devastation and breaking are come upon us (Lamentations 3:47).

Thine iniquity is consummated, He will visit thine iniquity. He will manifest thy sins (Lamentations 4:22).

  
/ 101  
  

Thanks to the Swedenborg Foundation for their permission to use this translation.